Η εκπομπή «Μόνο Μπάλα» πρέπει να λέγεται «Μόνο Αμορφωσιά»
Η τηλεοπτική εμπειρία έχει πιστοποιήσει αναρίθμητες φορές,
πως όταν επιλέγεις να παρακολουθήσεις μία αθλητική εκπομπή,
αποδέχεσαι ότι αναλαμβάνεις τεράστιο ρίσκο
που θέτει εν απολύτω κινδύνω την ακοή σου·
οι ανεξάντλητες «ελληνικούρες» των ποδοσφαιριστών (και των προπονητών),
η αέναη λούπα τής λέξης «Σίγουρα»,
η ατέρμονη επανάληψη των φράσεων
«Βλέπουμε κάθε παιχνίδι ξεχωριστά…» και «Δώσαμε το εκατό τα εκατό…»,
επιτίθενται με στυγνή βαναυσότητα στα ώτα σου,
οπότε εναποθέτεις τις ελάχιστες εναπομείνασες ελπίδες σου
στο δημοσιογραφικό-δημοσιολογικό δυναμικό και στους θεσμικούς πανελίστες.
Φευ· η Ελπίδα μετατρέπεται σε «Ματαιότητα»,
καθώς κυριαρχούν η Λεξιπενία, το Χείριστο Συντακτικό, τα «Μαργαριτάρια».
Η εκπομπή «Mono Bala» που προβάλλεται από τον… πατριωτικό σταθμό «Σκάι»,
δεν αρκείται στα παντελώς κακόγουστα «greeklish» τού τίτλου της
και στην -απόπατης αισθητικής- εκπορευόμενη ξενομανία
(λες κι αν έγραφαν τον τίτλο στην ημέτερη Γλώσσα,
θα εμφανιζόταν το φάντασμα τού Μωάμεθ τού Πορθητή στον ύπνο τους
και θα τούς έκανε «μπουουου»),
αλλά διακρίνεται κι από τα θλιβερά Ελληνικά
που -εξαιρουμένου τού παρουσιαστή- «εκτοξεύουν» άπαντες οι συντελεστές της.
Κατά τη διάρκεια τής σεζόν έχουμε ακούσει αναρίθμητες μπούρδες,
οπότε η τελευταία εμφάνιση στους δέκτες μας για τη φετινή σεζόν
δεν θα ημπορούσε να μάς άφηνε χωρίς εντυπωσιακό «Αντίο».
Έτσι,
αφού πήραμε μία πρόγευση στην εισαγωγή για το ντέρμπι Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός
και ενημερωθήκαμε από τον ρεπόρτερ μέσω τής διαμελισμένης φράσης
«Καλή μέρα για ποδόσφαιρο.
Γεμάτο το…, αρκετό κόσμο, μάλλον, στο “Ολυμπιακό Στάδιο”.»,
ενώ συνάμα βλέπαμε αυτήν την αποκαρδιωτική εικόνα
από ένα -τηρουμένων των αναλογιών- άδειο γήπεδο,
που παρέπεμπε σε αλλωπεκία ακόμη και στις κεντρικές θύρες τού κάτω διαζώματος…
…κατόπιν ήρθε και το «κυρίως πιάτο» να μάς ανατινάξει το κεντρικό νευρικό σύστημα.
«Ο Λεβαδειακός δεν δυσκολεύτηκε να νικήσει 4-1 την “Athens Καλλιθέα”,
η οποία βλέπει πλέον την παραμονή να δυσκολεύει ακόμα περισσότερο…»,
είπε στο σπικάζ έτερος περιγραφεύς
(ο οποίος προφανώς… δυσκολεύθηκε να βρει συνώνυμη λέξη με τη «Δυσκολία»),
και εσυνέχισε ακάθεκτος προσθέτοντας πανηγυρικώς τον εαυτό του
στη «Λίστα με τούς Βιαστές τής Ελληνικής Γλώσσας»:
«Μόλις στο 10ο λεπτό οι γηπεδούχοι πήραν κεφάλι στο σκορ με τον Ζίνι·
ένα τέρμα που κατοχυρώθηκε μετά από έλεγχο τού “V.A.R.”.».
Γραικύλε δημοσιολόγε, τι είν’ αυτά που τσαμπουνάς;
Πού κολλάει το ρήμα «Κατοχυρώνω-Κατοχυρώνομαι» όταν πρόκειται για γκολ;
Τι είναι το Γκολ για να το κατοχυρώσεις; Πατέντα; Μυθιστόρημα; Τι;
Γραικύλε δημοσιολόγε,
δεν σε μάθανε οι ανίκανοι και θλιβεροί δάσκαλοί σου,
ότι η Κατοχύρωση αναφέρεται σε «Αναγνώριση Ιδιοκτησίας»;
Γραικύλε δημοσιολόγε,
δεν σε μάθανε οι ανίκανοι και θλιβεροί δάσκαλοί σου,
ότι η «Κατακύρωση» είναι η σωστή λέξη σε αυτές τις περιπτώσεις;
Και εν τέλει, γραικύλε δημοσιολόγε,
ακόμη κι αν οι ανίκανοι και θλιβεροί δάσκαλοί σου
ήταν οκνηροί διεκπεραιωτές που αδιαφορούσαν για τούς μαθητές τους,
γιατί δεν εφρόντισες -ιδία μελέτη- να μην εκτίθεσαι ανεπανορθώτως;
Οι γραικύλοι δημοσιολόγοι έχουν αναγάγει σε συνήθεια το συγκεκριμένο μπέρδεμα,
όμως ετούτη η σεσημασμένη σύγχυση των δύο εννοιών έχει κι ακόμη χειρότερη εκδοχή,
αφού επί δεκαετίες ακούμε συχνά να εκφέρεται και η βαρβαρότητα
«Ο διαιτητής κατοκυρώνει το γκολ.».
ΦΡΙΧΤΟ ΤΕΡΑΤΟΥΡΓΗΜΑ.
ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΦΡΙΚΩΔΙΑ.
Πανηλίθια όντα που δεν ξέρουν τι λένε,
δυστοπικοί σπορτ-κάστερς που λειτουργούν ωσάν να είναι σουρεαλιστές «disk-jockeys»
και κάνουν mixed των ρημάτων «Κατακυρώνω» και «Κατοχυρώνω».
Μιλάμε για αδιανόητες καταστάσεις,
που έχουν φτάσει να αποτελούν καθεστώς
και -εκτός από ελάχιστους ανθρώπους που επιμένουμε να νοιαζόμαστε-
η Πολιτεία είναι απούσα, οι Θεσμοί είναι απόντες,
η Αμορφωσιά επιβραβεύεται αντί να τιμωρείται,
τα Λειτουργήματα που εντέλλονται να προασπίζουν την Ελληνική Γλώσσα
αποτελούν τις «Κερκόπορτες» για να εισβάλ(λ)ει ο Νεοελληνικός Ουγκανισμός
(το παρενθετικό «λάμδα» δηλώνει την Εξακολουθητικότητα).
Υπ’ αυτό το πλαίσιο,
ιδανικός επίλογος είναι -«’κατό τα ’κατό (όπως θα ’λεγε ο Αλέφαντος)»-
η παραδρομή που εξεστόμισε η καθηγήτρια διαιτησίας τού πάνελ:
«Τέλος καλά, όλα καλά.».
Ο Δάσκαλος