Καρκίνος του μαστού: Η αύξηση βάρους και η μεγάλη ηλικία στην πρώτη γέννα είναι παράγοντες κινδύνου
Γυναίκες που έχουν σημαντική αύξηση βάρους μετά την ηλικία των 20 ετών και είτε κάνουν το πρώτο τους παιδί μετά την ηλικία των 30 είτε δεν κάνουν παιδιά, έχουν σχεδόν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σχέση με εκείνες που γεννούν νωρίτερα και των οποίων το βάρος παραμένει σχετικά σταθερό, σύμφωνα με νέα έρευνα από το Ηνωμένο Βασίλειο που παρουσιάστηκε στο φετινό Ευρωπαϊκό Συνέδριο για την Παχυσαρκία.
Προηγούμενη έρευνα είχε δείξει ότι η αύξηση βάρους στην ενήλικη ζωή αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση.
Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι μια πρώτη εγκυμοσύνη σε μικρή ηλικία μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Ανασκόπηση 21 μελετών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάθε επιπλέον έτος ηλικίας στην οποία υπήρξε η πρώτη τελειόμηνη εγκυμοσύνη προσθέτει 5% στον κίνδυνο προεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του μαστού και 3% στον κίνδυνο μετεμμηνοπαυσιακού καρκίνου του μαστού.
Ο καρκίνος του μαστού είναι ένας από τους πιο συχνούς καρκίνους παγκοσμίως, με 2,3 εκατομμύρια διαγνώσεις σε γυναίκες το 2022 και 670.000 θανάτους.
Στοιχεία από την Αγγλία δείχνουν ότι το ποσοστό των γυναικών που είναι παχύσαρκες ή υπέρβαρες αυξήθηκε από 49% το 1993 σε 59% το 2021. Το ποσοστό των γυναικών που γίνονται μητέρες σε μεγαλύτερη ηλικία αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 50 χρόνια.
«Το ποσοστό διαγνώσεων καρκίνου του μαστού στις γυναίκες είναι πιο αυξημένο από ποτέ. Περισσότερες πληροφορίες για το πως η ηλικία που γίνεται μία γυναίκα μητέρα και η αύξηση του σωματικού βάρους επηρεάζουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, θα μας επιτρέψουν να προσδιορίσουμε καλύτερα ποιες γυναίκες κινδυνεύουν περισσότερο από τη νόσο και να στοχεύσουμε αναλόγως σε αλλαγές στον τρόπο ζωής», είπε ο επικεφαλής της μελέτης Lee Malcomson από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα για 48.417 γυναίκες (μέση ηλικία 57 ετών, διάμεσος δείκτης μάζας σώματος 26,3 kg/m²) που συμμετείχαν σε μία μεγάλη μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο για γυναίκες που έκαναν προληπτικό έλεγχο μαστού.
Οι γυναίκες κατηγοριοποιήθηκαν με βάση το αν είχαν την πρώτη τους εγκυμοσύνη νωρίς (πριν από την ηλικία των 30 ετών), καθυστερημένα (σε ηλικία 30 ετών και άνω) ή ήταν άτοκες (δεν είχαν αποκτήσει παιδιά), αλλά και με βάση την αύξηση βάρους στην ενήλικη ζωή. Οι γυναίκες παρακολουθήθηκαν για διάμεσο διάστημα 6,4 ετών, κατά τη διάρκεια των οποίων 1.702 διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι οι γυναίκες με πρώιμη πρώτη εγκυμοσύνη είχαν μεγαλύτερη αύξηση βάρους κατά την ενήλικη ζωή από εκείνες με όψιμη πρώτη εγκυμοσύνη (0,21 κιλό αύξηση βάρους για κάθε χρόνο που είχαν μείνει νωρίτερα έγκυοι).
Τα στοιχεία έδειξαν επίσης ότι μια πρώιμη πρώτη εγκυμοσύνη προστατεύει από τον μετεμμηνοπαυσιακό καρκίνο του μαστού και ότι η αύξηση του βάρους στην ενήλικη ζωή σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Ωστόσο, η μελέτη δεν βρήκε στοιχεία ότι η πρώτη εγκυμοσύνη σε νεαρή ηλικία μειώνει τον αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου που συνεπάγεται η αύξηση βάρους.
Η μελέτη έδειξε ότι οι γυναίκες που είχαν αύξηση βάρους μεγαλύτερη του 30% στην ενήλικη ζωή και είτε έκαναν το πρώτο τους παιδί μετά τα 30 είτε δεν έκαναν παιδιά, είχαν σχεδόν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες (2,73 φορές) να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με γυναίκες που είχαν πρώιμη πρώτη εγκυμοσύνη και λιγότερο από 5% αύξηση βάρους στην ενήλικη ζωή.
«Η μελέτη μας είναι η πρώτη που έδειξε πώς η αύξηση βάρους και η ηλικία της πρώτης γέννας αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν τον κίνδυνο μιας γυναίκας για καρκίνο του μαστού», είπε ο επικεφαλής της μελέτης.
«Είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζουν οι γιατροί ότι ο συνδυασμός σημαντικής αύξησης βάρους και καθυστερημένης πρώτης γέννας ή μη τεκνοποίησης αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο της νόσου σε μια γυναίκα».
Οι ερευνητές τόνισαν ότι τα αποτελέσματα ευθυγραμμίζονται με τις συμβουλές για διατήρηση υγιούς βάρους και άσκηση προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού.