Λάρισα: Παρέμβαση Πουλάκη στο Περιφερειακό Συμβούλιο για τη γεωργική έρευνα
Ψηφίσματα της «ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ και της ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ την σχετική ανακοίνωση, όπως έφτασε στο e-Volos.gr:
Την κριτική της «Θεσσαλίας της Αλληλεγγύης και της Οικολογίας» για την υφιστάμενη κατάσταση της γεωργικής έρευνας στην περιοχή, αλλά και τις προτάσεις της παράταξης για το θέμα, παρουσίασε στο Περιφερειακό Συμβούλιο, ο επικεφαλής της Κώστας Πουλάκης, ο οποίος κατηγόρησε την περιφερειακή αρχή για την απουσία ανάλυσης και πρότασης και τόνισε ότι η πρότασή της «ταυτίζεται με την κυρίαρχη πολιτική, που ήδη ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση της γεωργικής έρευνας».
Αναφερόμενος στις διεθνείς τάσεις, ο κ. Πουλάκης υπενθύμισε τον κίνδυνο της διατροφικής ανασφάλειας, ο οποίος είναι πλέον ορατός και στις αναπτυγμένες χώρες, αλλά και τις πιέσεις που δέχονται οι μικροί και μεσαίοι ανεξάρτητοι παραγωγοί λόγω του αυξανόμενου κόστους παραγωγής και της δράσης των εγχώριων και διεθνών καρτέλ, ενώ υπογράμμισε ότι «την ίδια στιγμή, […] η έρευνα στον τομέα της αγροτικής παραγωγής υποβαθμίζεται, απομακρύνεται από τις ανάγκες των αγροτών και παραδίδεται στις ελάχιστες πολυεθνικές εταιρίες, οι οποίες επιδιώκουν να θέσουν άνευ όρων υπό τον έλεγχό τους το σύνολο των εισροών στο όλο κύκλωμα της διατροφικής αλυσίδας, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο παγκόσμιο καρτέλ», δίνοντας το παράδειγμα της γνωστής Monsanto και των παγκόσμιων κινητοποιήσεων εναντίον της.
Σε εθνικό επίπεδο, ο κ. Πουλάκης ανέφερε ότι «παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες περί του σημαντικού ρόλου της αγροτικής οικονομίας στην προσπάθεια της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, η κυβερνητική πολιτική στην πραγματικότητα υπονομεύει την προοπτική αυτή», δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σταδιακή διάλυση και ήδη στην οριστική κατάργηση του ΕΘΙΑΓΕ και τη συγχώνευση των κατά τόπους ερευνητικών μονάδων του, σε συνδυασμό με την κατάργηση ή την υποβάθμιση των σχετικών με την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή τμημάτων των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ.
Όπως τόνισε ο κ. Πουλάκης, «τη στιγμή που η εγχώρια και παγκόσμια βιοποικιλότητα τίθεται στο στόχαστρο, τη στιγμή που η διατροφική επάρκεια του πληθυσμού της χώρας βρίσκεται στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών, τη στιγμή που η διάσωση των παραδοσιακών σπόρων και ποικιλιών αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα διεθνή διακυβεύματα, η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να διαλύσει το ΕΘΙΑΓΕ, το οποίο διαθέτει μία πολύτιμη Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού», χαρακτηρίζοντας την επιλογή αυτή «εγκληματική».
Ο κ. Πουλάκης κατηγόρησε τις τοπικές αρχές ότι «αδιαφόρησαν μπροστά στη μακροχρόνια αδράνεια των κεντρικών κυβερνήσεων σε σχέση με την ανάπτυξη της γεωργικής έρευνας και δεν αντέδρασαν εγκαίρως έναντι των σχεδίων διάλυσης του ΕΘΙΑΓΕ, του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ» και προέβλεψε ότι «η απουσία γεωργικής έρευνας με τοπική αναφορά, οπωσδήποτε θα στερήσει από τα αναγκαία αναλυτικά επιστημονικά εργαλεία, οποιονδήποτε περιφερειακό αναπτυξιακό σχεδιασμό που θα φιλοδοξεί να μετατρέψει τη γεωργική οικονομία σε ατμομηχανή της ανάπτυξης και της προκοπής των ανθρώπων στη Θεσσαλία».
Κλείνοντας, ο κ. Πουλάκης επισήμανε την ανάγκη να στηριχθεί ο δημόσιος πυλώνας γεωργικής έρευνας, στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των παραδοσιακών καλλιεργειών και των ντόπιων ποικιλιών, της εξασφάλισης της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και της προστασίας της υγείας των καταναλωτών, ενώ τάχθηκε υπέρ της ανασύστασης του ΕΘΙΑΓΕ, με όλο το υφιστάμενο προσωπικό του και της μετεξέλιξής του σε ένα ινστιτούτο σύγχρονο, ευέλικτο και πλήρως εξοπλισμένο, της επαναφοράς των ερευνητικών μονάδων του ΕΘΙΑΓΕ που είχαν την έδρα τους στη Θεσσαλία και της διεξαγωγής διαλόγου με επιστημονικούς φορείς και εκπροσώπους των παραγωγών, προκειμένου να αναδειχθούν και τυχόν επιπλέον ερευνητικές ανάγκες στο συγκεκριμένο τομέα, της δημιουργίας ενός καθετοποιημένου δικτύου ερευνητικών μονάδων με άμεση σύνδεση με την παραγωγή, της κατάρτιση ενός εξειδικευμένου περιφερειακού σχεδίου γεωργικής ανάπτυξης, της δημιουργίας, με ευθύνη της Περιφέρειας Θεσσαλίας, Τράπεζας Πολλαπλασιαστικού Υλικού, με ντόπιες παραδοσιακές ποικιλίες, της ανάπτυξη παράλληλων ερευνητικών δραστηριοτήτων στην κατεύθυνση της συνολικής ανάπτυξης του ύπαιθρου χώρου και της αναβάθμισης των γεωπονικών και κτηνιατρικών υπηρεσιών της Περιφέρειας Θεσσαλίας.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας του κ. Πουλάκη.
ΟΜΙΛΙΑ Κ. ΠΟΥΛΑΚΗ ΣΤΟ Π.Σ. ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ
κ. Πρόεδρε,
κ. Περιφερειάρχη,
κ.κ. Συνάδελφοι,
Επιτρέψτε μου, κατ’ αρχάς, να ξεκινήσω με μία παρατήρηση. Θεωρούμε ότι είναι τουλάχιστον αντιπαραγωγική, αν όχι αντιδημοκρατική στην ουσία της, η εισαγωγή προς συζήτηση θεμάτων τόσο σημαντικών όπως το σημερινό, χωρίς να υπάρχει εκ των προτέρων δική σας γραπτή εισήγηση. Κάτι τέτοιο, τρία πράγματα μπορεί να σημαίνει:
·Είτε, πρώτον, ως περιφερειακή αρχή δεν είχατε στη διάθεσή σας τα απαραίτητα στοιχεία, άρα δεν έχετε εποπτεία της κατάστασης,
·Είτε, δεύτερον, ως περιφερειακή αρχή δεν είχατε γνώμη για την κατάσταση και τις προοπτικές της γεωργικής έρευνας, δεν είχατε άποψη για τους υπαίτιου, ούτε και προτάσεις για το μέλλον, οπότε στερείστε πολιτικής άποψης και οράματος για την περιοχή μας,
·Είτε, τρίτον, όπως είναι και το πιθανότερο, δεν θέλατε να αποκαλύψετε τα στοιχεία για την κατάσταση της γεωργικής έρευνας, ακριβώς γιατί γνωρίζετε ότι η πρότασή σας ταυτίζεται με την κυρίαρχη πολιτική, που ήδη ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση της γεωργικής έρευνας, συνειδητοποιείτε επομένως ότι είστε εκτεθειμένοι, αφού υπονομεύετε την προοπτική του τόπου.
Προσπερνώντας, ωστόσο, την απουσία γραπτής εισήγησης από την πλευρά σας, ως ωφείλατε βάσει του νόμου και του κανονισμού του περιφερειακού συμβουλίου, θα εισέλθω στην ουσία του θέματος, διότι εμείς από την πλευρά μας, ως «Θεσσαλία της Αλληλεγγύης και της Οικολογίας», και άποψη για τα αίτια της σημερινής κατάστασης της γεωργικής έρευνας έχουμε και πρόταση για το μέλλον.
Διεθνής κατάσταση και τάσεις
Η αγροτική οικονομία αφορά σε σημαντικότατες οικονομικές, αλλά και κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους.
Και όμως, σήμερα, το μέλλον της αγροτικής παραγωγής αμφισβητείται και ο κίνδυνος διατροφικής ασφάλειας απειλεί πλέον όχι μόνο τον λεγόμενο «Τρίτο Κόσμο», αλλά και τις αναπτυγμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ενώ οι μικροί και μεσαίοι ανεξάρτητοι παραγωγοί λυγίζουν υπό το βάρος του αυξανόμενου κόστους παραγωγής, και της δράσης των εγχώριων και διεθνών καρτέλ.
Την ίδια στιγμή, ο δημόσιος πυλώνας της γεωργικής έρευνας οδηγείται σε διάλυση. Η έρευνα στον τομέα της αγροτικής παραγωγής υποβαθμίζεται, απομακρύνεται από τις ανάγκες των αγροτών και παραδίδεται στις ελάχιστες πολυεθνικές εταιρίες, οι οποίες επιδιώκουν να θέσουν άνευ όρων υπό τον έλεγχό τους το σύνολο των εισροών στο όλο κύκλωμα της διατροφικής αλυσίδας, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο παγκόσμιο καρτέλ.
Μεγάλες μάχες, νομικές και πολιτικές, έχουν λάβει χώρα τα τελευταία χρόνια σε όλο τον κόσμο από την Ινδία, μέχρι τη Γαλλία και την Αμερική, με αίτημα την προστασία των παραδοσιακών καλλιεργειών και του βιολογικού αποθέματος, έναντι της γενίκευσης της χρήσης μεταλλαγμένων σπόρων. Μία αντίστοιχη παγκόσμια κινητοποίηση πραγματοποιείται εξάλλου αυτές τις μέρες, κατά της γνωστής Monsanto, της µεγαλύτερης εταιρείας παραγωγής γενετικά τροποποιηµένων τροφίµων στον κόσµο. Η διεθνής αυτή μάχη έχει αναδείξει ανάγλυφα την ανάγκη ενίσχυσης της γεωργικής έρευνας, με διαφάνεια και δημόσια λογοδοσία, προς όφελος του περιβάλλοντος και του κοινωνικού συνόλου και όχι με γνώμονα τη διαρκή συσσώρευση ανεξέλεγκτων κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων.
Η κατάσταση της γεωργικής έρευνας στην Ελλάδα
Το κύριο χαρακτηριστικό του αγροτικού και κτηνοτροφικού τομέα της χώρας μας, ήδη πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και την υπαγωγή της χώρας σε καθεστώς λιτότητας και δημοσιονομικής επιτήρησης, ήταν η εξαιρετικά μεγάλη μείωση της γεωργικής παραγωγής, ενώ την τελευταία τριετία η εικόνα είναι πολύ χειρότερη, με τους παραγωγούς να δυσκολεύονται πλέον να επιβιώσουν.
Την ίδια ωστόσο στιγμή, η ελληνική γεωργική παραγωγή βρίσκεται αντιμέτωπη με την πρόκληση της εναλλακτικής αναπτυξιακής διεξόδου. Βέβαια, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες περί του σημαντικού ρόλου της αγροτικής οικονομίας στην προσπάθεια της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, η κυβερνητική πολιτική στην πραγματικότητα υπονομεύει την προοπτική αυτή : Η συστηματική υποβάθμιση και διάλυση του δημόσιου πυλώνα αγροτικής έρευνας είναι ενδεικτική των πραγματικών προθέσεων όχι μόνο της παρούσας, αλλά και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Ο βασικός δημόσιος φορέας γεωργικής έρευνας, το ΕΘΙΑΓΕ, διαλύεται σταδιακά, εδώ και αρκετά χρόνια, με το κλείσιμο ερευνητικών μονάδων και την πώληση ή εκχώρηση των ακινήτων τους, ενώ η ανορθολογική συγχώνευσή του με άλλους φορείς του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης υπονόμευσε σημαντικά τη δυνατότητά του να λειτουργήσει ως σύγχρονο ερευνητικό ινστιτούτο. Τελευταία πράξη του «δράματος» της ελληνικής γεωργικής έρευνας η πρόσφατη οριστική κατάργηση μονάδων του ΕΘΙΑΓΕ και η μεταφορά όλων των μονάδων που υπάγονταν σε αυτό σε τρία μόνο κέντρα σε όλη την Ελλάδα (δύο από αυτά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη!).
Με άλλα λόγια, τη στιγμή που η εγχώρια και παγκόσμια βιοποικιλότητα τίθεται στο στόχαστρο, τη στιγμή που η διατροφική επάρκεια του πληθυσμού της χώρας βρίσκεται στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών εταιριών, τη στιγμή που η διάσωση των παραδοσιακών σπόρων και ποικιλιών αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα διεθνή διακυβεύματα, η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να διαλύσει το ΕΘΙΑΓΕ, το οποίο διαθέτει μία πολύτιμη Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού. Τι άλλο, αν όχι εγκληματική για το μέλλον της γεωργικής παραγωγής μπορεί να χαρακτηριστεί η συγκεκριμένη επιλογή;
Και, βέβαια, παράλληλα, η υποχρηματοδότηση, το κλείσιμο ή η υποβάθμιση ολόκληρων ιδρυμάτων ή τμημάτων των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, ολοκληρώνει την πολιτικής διάλυσης της έρευνας στον τομέα της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής.
Η γεωργική έρευνα στη Θεσσαλία
Από αυτές τις κυρίαρχες διεθνείς και εθνικές πολιτικές επιλογές στο χώρο της γεωργικής έρευνας, δεν εξαιρείται δυστυχώς η Θεσσαλία, παρά το γεγονός ότι αποτελεί μία από τις σημαντικότερες γεωργικές περιοχές της Ελλάδας.
Η υποβάθμιση και δρομολογηθείσα κατάργηση ή συγχώνευση των σχετικών με τη γεωργική έρευνα και εκπαίδευση Τμημάτων του ΤΕΙ Λάρισας (Δασοπονίας, Μηχανικών Βιοσυστημάτων κ.λπ.), σε συνδυασμό με το κλείσιμο όλων των ερευνητικών μονάδων του πρώην ΕΘΙΑΓΕ που έδρευαν στη Θεσσαλία, άφησε χωρίς την απαραίτητη επιστημονική και ερευνητική υποδομή τον αγροτικό κόσμο της περιοχής.
Η απουσία γεωργικής έρευνας με τοπική αναφορά, οπωσδήποτε θα στερήσει από τα αναγκαία αναλυτικά επιστημονικά εργαλεία, οποιονδήποτε περιφερειακό αναπτυξιακό σχεδιασμό που θα φιλοδοξεί να μετατρέψει τη γεωργική οικονομία σε ατμομηχανή της ανάπτυξης και της προκοπής των ανθρώπων στη Θεσσαλία.
Αυτό δε που είναι κατά τη γνώμη μας πολύ σημαντικό, είναι το γεγονός ότι οι τοπικές αρχές, με κορυφαία τη σημερινή Περιφερειακή Αρχή, αδιαφόρησαν μπροστά στη μακροχρόνια αδράνεια των κεντρικών κυβερνήσεων σε σχέση με την ανάπτυξη της γεωργικής έρευνας και δεν αντέδρασαν εγκαίρως έναντι των σχεδίων διάλυσης του ΕΘΙΑΓΕ, του Πανεπιστημίου και του ΤΕΙ.
Τι εξυπηρετεί, άραγε, η σημερινή – κατόπιν εορτής – συζήτηση; Εδώ και χρόνια επιμένουμε στη σημασία που έχει η ανάπτυξη ερευνητικής υποδομής στον αγροτικό – και όχι μόνο – τομέα και ζητάμε την ανάληψη πρωτοβουλιών από μέρους σας, για την προάσπιση και την αναβάθμιση των υφιστάμενων δομών, πλην όμως κωφεύατε. Έχετε σκοπό να έρθετε σε ρήξη με την καταστροφική για τον τόπο κυβερνητική πολιτική και τα κόμματα που τη στηρίζουν ή απλώς τάζετε στους πολίτες της Θεσσαλίας μία νεφελώδη «ανάπτυξη» που κανείς δεν ξέρει αν, πότε και πάνω σε ποια θεμέλια θα χτιστεί;
Οι προτάσεις μας
κ. Πρόεδρε,
κ. Περιφερειάρχη,
κ.κ. Συνάδελφοι,
Έχουμε κατ’ επανάληψη επισημάνει ότι η αύξηση της προστιθέμενης αξίας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων και η παραγωγή ανταγωνιστικών, πιστοποιημένων επώνυμων αγροτικών προϊόντων, υψηλής ποιότητας, που θα παράγονται με καινοτόμες διαδικασίες σύμφωνα με τις αρχές αειφορικής ανάπτυξης, είναι δυνατή μόνο με την ανάπτυξη και την ενσωμάτωση στην παραγωγή νέας επιστημονικής γνώσης και τεχνολογικής καινοτομίας.
Μέσα σε αυτό, λοιπόν, το πλαίσιο, η στήριξη του δημόσιου πυλώνα γεωργικής έρευνας δεν μπορεί παρά να έχει δύο στόχους :
Πρώτον, τη στήριξη της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των παραδοσιακών καλλιεργειών και των ντόπιων ποικιλιών.
Και δεύτερον, την εξασφάλιση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και της προστασίας της υγείας των καταναλωτών των γεωργικών προϊόντων.
Έτσι, με αυτά τα δεδομένα, ως «Θεσσαλία της Αλληλεγγύης και της Οικολογίας», διεκδικούμε:
Πρώτον, την ανασύσταση του ΕΘΙΑΓΕ, με όλο το υφιστάμενο προσωπικό του και τη μετεξέλιξή του σε ένα ινστιτούτο σύγχρονο, ευέλικτο, εξοπλισμένο με πλήρη τεχνολογική υποδομή και επιστημονικό/ερευνητικό προσωπικό.
Δεύτερον, την επαναφορά των ερευνητικών μονάδων του ΕΘΙΑΓΕ που είχαν την έδρα τους στη Θεσσαλία και τη διεξαγωγή διεξοδικού διαλόγου με επιστημονικούς φορείς και εκπροσώπους των παραγωγών, προκειμένου να αναδειχθούν και τυχόν επιπλέον ερευνητικές ανάγκες στο συγκεκριμένο τομέα, στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός καθετοποιημένου δικτύου ερευνητικών μονάδων με άμεση σύνδεση με την παραγωγή.
Τρίτον, την κατάρτιση ενός εξειδικευμένου περιφερειακού σχεδίου γεωργικής ανάπτυξης αναδιάρθρωσης της γεωργικής παραγωγής και ανάπτυξης της μεταποίησής της, με ευθύνη της Περιφέρειας Θεσσαλίας, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τα σχετικά τμήματα του ΤΕΙ Λάρισας και τις ερευνητικές μονάδες του ΕΘΙΑΓΕ.
Τέταρτον, τη δημιουργία, με ευθύνη της Περιφέρειας Θεσσαλίας, Τράπεζας Πολλαπλασιαστικού Υλικού, με ντόπιες παραδοσιακές ποικιλίες, με στόχο τη διατήρηση των ενδημικών γεωργικών ειδών και τη διάσωση του παραδοσιακού θεσσαλικού μοντέλου καλλιέργειας και διατροφής.
Πέμπτον, την ανάπτυξη παράλληλων ερευνητικών δραστηριοτήτων στην κατεύθυνση της συνολικής ανάπτυξης του ύπαιθρου χώρου, με στόχο τη συνολική αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Θεσσαλίας και την εξασφάλιση της παραμονής των νέων Θεσσαλών στον τόπο τους.
Και, έκτον, την αναβάθμιση των υπηρεσιών της Περιφέρειας Θεσσαλίας και την ενίσχυσή τους με εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό (γεωπόνους, κτηνιάτρους, τεχνολόγους φυτικής και ζωικής παραγωγής κ.λπ.), ώστε εκτός της ερευνητικής δραστηριότητας, να ενισχυθεί συνολικά η επιστημονική υποστήριξη των Θεσσαλών παραγωγών.
Για μας, ως «ΘΕΣΣΑΛΙΑ της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ και της ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ», η «αειφόρος ανάπτυξη με επίκεντρο τον άνθρωπο», είναι το μέγα ζητούμενο σήμερα. Και η στήριξη και ανάπτυξη της γεωργικής έρευνας είναι απαραίτητη συνθήκη για την επίτευξή του, προκειμένου να επιτύχουμε την πραγματική εναλλακτική ανάπτυξη της γεωργικής οικονομίας προς όφελος των παραγωγών, του περιβάλλοντος και της κοινωνίας, προς όφελος των μελλοντικών γενεών.
Σας ευχαριστώ.