H συμφωνία ΕΕ – Καναδά (CETA) πλήγμα για την ελληνική κτηνοτροφία
ΑΡΘΡΟ του Μιχάλη Ν. Μιτζικού, Επικεφαλής «ΔΥΝΑΜΗΣ ΒΟΛΟΥ», Πολιτευτής της Ν.Δ., Γραμματέας του Τομεά Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Νέας Δημοκρατίας
Έπειτα από πολύχρονες δικαστικές διαμάχες που κατέληξαν σε νίκη της Ελλάδος ενώπιων του Δικαστηρίου της ΕΕ, η ελληνική φέτα καθιερώθηκε και θωρακίστηκε ως ΠΟΠ με αποτέλεσμα κανένα σε κανένα άλλο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να παραχθεί ή να εμπορευθεί τυροκομικό προϊόν με την ονομασία “φέτα” ή εμμέσως όπως τυρί « τύπου φέτας » ή με οποιονδήποτε άλλο φραστικό συνδυασμό. Επί της ουσίας, η φέτα ορίζεται εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως μόνο ελληνική η οποία παράγεται στη Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Ήπειρο, Μακεδονία, Θράκη, Πελοπόννησο και στη Λέσβο και από συγκεκριμένες φυλές αιγοπροβάτων. Από την κατοχύρωσή της φέτας ως Π.Ο.Π. δεν επιτρέπεται τυρί που περιέχει αγελαδινό γάλα και δεν έχει παρασκευαστεί στην ηπειρωτική Ελλάδα και τη Λέσβο να ονομάζεται φέτα.
Το κοινοτικό κεκτημένο επί του ζητήματος αυτού προωθήθηκε και επιβλήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση σε διμερείς συμφωνίες με Τρίτες χώρες όπως με την Τουρκία και την Ελβετία. ‘Όσον αφορά την τελευταία, οι Αρχές της επέβαλαν και την αλλαγή ονομασίας σειράς προϊόντων της “τύπου φέτας”, π.χ. από “Fetabel” σε “Xetabel”, αποτέλεσμα άκρως ευνοϊκό για τις ελληνικές επιχειρήσεις που άδραξαν την ευκαιρία και αύξησαν κατακόρυφα τις εξαγωγές τους στις χώρες αυτές.
Δεν χρειάζεται περαιτέρω μνεία στο ότι παρατηρούμε συνεχή αύξηση εξαγωγών ελληνικής φέτας σε όλες τις χώρες της Ευρώπης ως συνέπεια της θετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της ΕΕ για την Ελλάδα – σε πείσμα της Γερμανίας και Δανίας αλλά και Γαλλίας, οι οποίες πολέμησαν και πολεμούν ακόμη στο παρασκήνιο την ελληνική φέτα – μία νομολογία που θωράκισε νομικά κατά τον βέλτιστο δυνατό τρόπο την ελληνική φέτα (βλ. Δικαστήριο ΕΕ υποθέσεις C-465/02 και C-466/02).
Στις 15 Φεβρουαρίου 2017, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επικύρωσε τη Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών μεταξύ Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης και Καναδά, τη λεγόμενη CETA.
Ενώ 140 ευρωπαϊκά προϊόντα με γεωγραφική ένδειξη (ΠΟΠ) μεταξύ των οποίων ροκφόρ και παρμεζάνα, πλέον θα προστατεύονται απόλυτα (με δικαστική και διοικητική συνδρομή) στον Καναδά, για την ελληνική φέτα αυτή η προστασία δεν ισχύει.
Η ελληνική φέτα, βάσει του κειμένου της Συμφωνίας, υπόκειται πλέον σε αστερίσκο (βλ. CETA άρθρο 20.21 με τίτλο «εξαιρέσεις» ).
Κατ΄ αρχήν η Συμφωνία κάνει αποδεκτό – δηλαδή συμφωνεί και η ΕΕ αλλά εν τέλει και η Ελλάδα – ότι καναδοί παραγωγοί που παρήγαγαν μέχρι το 2013 λευκό τυρί και το ονόμαζαν « φέτα», θα έχουν πλέον το δικαίωμα να συνεχίζουν να το παράγουν (ακόμη και από αγελαδινό γάλα) και να το εμπορεύονται ως «φέτα», δηλ. απομίμηση, δίπλα στην γνήσια ελληνική φέτα.
Ακόμη χειρότερα, η εν λόγω συμφωνία κάνει αποδεκτό – δηλ. η ΕΕ και η Ελλάδα – ότι επιτρέπεται, παράλληλα με την ελληνική φέτα, να διοχετεύεται στην καναδική αγορά – όχι απαραίτητα από καναδικές εταιρίες -, τυρί « τύπου φέτας», τυρί «είδους φέτας», ή τυρί «στυλ φέτας» ή με οποιοδήποτε άλλο φραστικό συνδυασμό με το όνομα φέτα και μάλιστα χωρίς περιορισμούς (βλ. CETA, άρθρο 20.21).
Δηλαδή ότι είχε καταφέρει η Ελλάδα σε δικαστικό, πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο στην ΕΕ και όσα κατάφεραν σε δικαστικό επίπεδο Έλληνες εξαγωγείς για την απόλυτη προστασία και καθιέρωση της ελληνικής φέτας στις στην ΕΕ, Ελβετία και Τουρκία, έρχεται η εν λόγω συμφωνία να τα αναιρέσει και να κλονίσει τα νομικά θεμέλια της απόλυτης προστασίας ενός ελληνικού προστατευόμενου προϊόντος που κέρδιζε και κερδίζει συνεχώς τις αγορές του εξωτερικού και αποτελεί ένα είδος « λευκού χρυσού » για την ελληνική οικονομία.
Με τη CETA, στην ουσία αλώθηκε το κοινοτικό κεκτημένο (acquis communautaire) όσο αναφορά την Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) της ελληνικής φέτας, γεγονός άκρως δυσμενές για την ελληνική κτηνοτροφία και με ολέθριες συνέπειες, όχι μόνο για τον πρωτογενή τομέα και μεταποιητικό που σχετίζεται με την παραγωγή ελληνικής φέτας – όπου υπολογίζεται ότι αφορά πάνω από 400.000 θέσεις εργασίας – αλλά και για τον τομέα της προώθησης και πώλησης κλπ. (τομέας υπηρεσιών).
Τρίτες χώρες όπως Τουρκία, Ελβετία οι οποίες – έχουν αποδεχτεί ως έχει το σημερινό κοινοτικό κεκτημένο ΠΟΠ για την ελληνική φέτα – θα θελήσουν να επαναδιαπραγματευθούν με την Ε.Ε. το θέμα αυτό και ιδιαίτερα δεν αποκλείεται να κάνουν επίκληση της ρήτρας του πλέον ευνοημένου κράτους (most favored nation clause) που επιτάσσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου που σημαίνει ουσιαστικά ότι θα πρ
έπει να αποδίδονται τα ίδια προνόμια σε εμπορικές συμφωνίες προς Τρίτες χώρες.
Βεβαίως το χειρότερο σενάριο, το οποίο δεν φαντάζει αδύνατο βάση τα σημερινά ευρωπαϊκά δρώμενα, είναι να αλλάξουν με πίεση των Βόρειων χωρών και τυπικά οι ισχύοντες κανόνες της Ε.Ε. που κατοχυρώνουν και θωρακίζουν την ελληνική φέτα ως ΠΟΠ και να δοθεί η δυνατότητα σε άλλες χώρες της Ευρώπης να παράγουν προϊόντα “τύπου φέτας” και εντός Ε.Ε.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2014 για την παρασκευή Φέτας στην χώρα μας απασχολούνται 100.000 κτηνοτρόφοι με 12.000.000 αιγοπρόβατα και 350.000 εργαζόμενοι συνολικά στην πρωτογενή παραγωγή, μεταποίηση και υπηρεσίες και παράγουν 120.000 τόνους ετησίως σε 500 τυροκομεία. Οι ετήσιες εξαγωγές της χώρας μας συνεχώς αυξανόμενες ανέρχονται σε 45.000 τόνους και 260 εκ. ευρώ τζίρο ετησίως με διανομή σε 56 χώρες και στις 5 ηπείρους.
Στην Θεσσαλία αλλά και στην Μαγνησία εκατοντάδες κτηνοτρόφοι και πολλές τυροκομικές επιχειρήσεις στηρίζονται στη διεθνή ζήτηση τις ελληνικής φέτας.
Η κάθε μονομερής δήλωση Κοινοτικού Επιτρόπου ότι θα επανεξετασθεί το ζήτημα σε 5 χρόνια δεν έχει καμία νομική δεσμευτική αξία, εξάλλου σύμφωνα με το άρθρο 20.22 CETA αποκλείεται de facto η επανεξέταση της προστασίας της ελληνικής φέτας
Η παρούσα κυβέρνηση ψήφισε θετικά τη CETA δια του υπουργού της στο Συμβούλιο υπουργών ΕΕ.
Ξεκάθαρα δηλώνουμε ότι η Ελληνική Βουλή δεν πρέπει να επικυρώσει την εν λόγω συμφωνία. Επειδή πρόκειται για μικτή εμπορική συμφωνία (δηλ. χρειάζεται και την επικύρωση όλων των κρατών μελών για να τεθεί σε ισχύ), η Ελλάδα έχει στην ουσία δικαίωμα βέτο.
Έχουμε τη δύναμη και το κουράγιο να το ασκήσουμε;